Ορογέννεση


Σε Ανθρώπινο μέγεθος παρατηρούμε στην φωτογραφία τις ασύλληπτες γήινες δυνάμεις που επιδρούν στην επιφάνεια του Άνυδρου Μεραμπέλλου συμπιέζουν τις ασβεστολιθικές πλάκες και δημιουργούν όρη και κοιλάδες.

Ορογενετική διεργασία
Η ηπειρωτική σύγκρουση, αποτελεί το γενεσιουργό αίτιο της ορογένεσης.
Όλα τα ορογεννετικά συστήματα της Γης εξηγούνται από τις κινήσεις και συγκρούσεις των λιθοσφαιρικών πλακών.
Τα ορογενετικά συστήματα τοποθετούνται στις περιοχές σύγκλισης των λιθοσφαιρικών πλακών, οι οποίες μπορεί να είναι είτε και οι δυο ηπειρωτικές, είτε η μια ηπειρωτική και η άλλη ωκεάνια που βυθίζεται κάτω από την πρώτη. Σε όλες τις περιπτώσεις σύγκρουσης δημιουργείται στην περιοχή του ορίου των πλακών επαύξηση του ηπειρωτικού φλοιού με ταυτόχρονη ισχυρή παραμόρφωση των πετρωμάτων από τις συμπιεστικές τάσεις που ασκούνται στην περιοχή σύγκρουσης. Προκαλείται επίσης συγκόλληση στον ηπειρωτικό φλοιό νέων πτυχωμένων ιζημάτων του γειτονικού θαλάσσιου χώρου (της περιθωριακής τάφρου) με αποτέλεσμα την πρόσθετη προσαύξηση του ηπειρωτικού φλοιού. Οι παραμορφωμένες και διογκούμενες αυτές μάζες του ηπειρωτικού φλοιού μαζί με τα νέα ιζήματα που αναδύονται από τη θάλασσα και μαζί με τις μάζες ωκεάνιας προέλευσης (οφειόλιθοι και συνοδά ιζήματα βαθιάς θάλασσας), που προέρχονται από την καταστροφή του ωκεάνιου φλοιού και την επώθησή τους πάνω στα πετρώματα του ηπειρωτικού φλοιού, δημιουργούν τις νέες επιμήκεις αλυσίδες ορέων που αποτελούν το νέο ορογενές ή το νέο ορογενετικό σύστημα.
Το σύνολο των τεκτονικών διεργασιών που λαμβάνουν χώρα για την ολοκλήρωση και συγκρότηση του νέου ορογενούς, αποτελούν την ορογενετική διεργασία ή απλά συνιστούν το μηχανισμό της ορογένεσης.

Η κυριότερη ορογενετική διεργασία, καθοριστική άλλωστε για την γεωτεκτονική εξέλιξη του Ελληνικού χώρου, είναι αυτή που προκαλείται από τη βύθιση μιας ωκεάνιας πλάκας κάτω από μια ηπειρωτική, οπότε οι αλυσίδες ορέων του νέου ορογενούς εμφανίζονται συνήθως υπό μορφή νησιών τοποθετημένων τοξοειδώς και συνιστούν ένα νησιωτικό τόξο (island-arc). Λόγω των ισχυρών συμπιέσεων που υφίσταται ο φλοιός στο νησιωτικό τόξο, αυτό εμφανίζει εντυπωσιακή διόγκωση που παίρνει μια τριγωνική μορφή γνωστή με το χαρακτηρισμό πρίσμα επαύξησης, για το οποίο έχουν δοθεί και άλλες ερμηνείες εκτός της δράσης των ισχυρών συμπιέσεων.
Παράλληλα στο νησιωτικό τόξο και εξωτερικά αυτού, ακριβώς στη γραμμή σύγκλισης των λιθοσφαιρικών πλακών σχηματίζεται μια επιμήκης βαθιά, θαλάσσια τάφρος, (trench) περιφερειακή της ηπείρου, η οποία δέχεται ιζήματα φλύσχη με σημαντική τροφοδοσία από τον αναδυμένο χώρο της ηπείρου. Η τάφρος αυτή αναφέρεται συχνά ως ωκεάνια τάφρος ή περιθωριακή τάφρος ή περιφερειακή τάφρος.
Πίσω ακριβώς από το νησιωτικό τόξο, στον εσωτερικό χώρο της ηπειρωτικής πλάκας αναπτύσσεται μια θαλάσσια λεκάνη αβαθέστερη της τάφρου που ονομάζεται λεκάνη πίσω από το τόξο (back-arc basin).
Τέλος στο χώρο της λεκάνης πίσω από το τόξο ή ακόμη πιο εσωτερικά δημιουργείται το λεγόμενο ηφαιστειακό τόξο (ή καλύτερα μαγματικό τόξο), που είναι μια σειρά ηφαιστείων τοποθετημένων επίσης τοξοειδώς παράλληλα στο νησιωτικό τόξο και τα οποία σχηματίσθηκαν από τη θέρμανση της ηπειρωτικής λιθόσφαιρας από το λιώσιμο της ωκεάνιας πλάκας που βυθίζεται κάτω από την ηπειρωτική. Στον ίδιο χώρο λαμβάνει χώρα επίσης ο σχηματισμός και αντίστοιχων πλουτωνικών όγκων.
Στο χώρο σύγκρουσης των λιθοσφαιρικών πλακών που καλύπτεται από την τάφρο αναπτύσσονται ισχυρές συμπιεστικές τάσεις που προκαλούν πτύχωση των ιζημάτων, ανάστροφα εφιππευτικά ρήγματα και έντονες λεπιώσεις. Αντίθετα στον εσωτερικό χώροτης ηπειρωτικής πλάκας είναι γνωστό ότι ασκούνται ισχυρές εφελκυστικές τάσεις με αποτέλεσμα τη δημιουργία κανονικών ρηγμάτων.
Νησιωτικό ηφαιστειακό τόξο δημιουργείται επίσης πολύ χαρακτηριστικά και στην περίπτωση της ενδοωκεάνιας υποβύθισης, όταν δηλαδή η υποβύθιση (subduction) λαμβάνει χώρα μετά από διάρρηξη ωκεάνιας πλάκας μακριά από την ηπειρωτική πλάκα.
Νησιωτικό τόξο, περιφερειακή τάφρος, λεκάνη πίσω από το τόξο και ηφαιστειακό τόξο συμμετέχουν όλα μαζί στην ορογενετική διεργασία και σχηματίζουν ένα ευρύτερο, σύνθετο τόξο που ονομάζεται όλο μαζί ορογενετικό τόξο.
Η διεργασία της ορογένεσης δεν είναι βέβαια ένα στατικό φαινόμενο, αλλά μια συνεχής δυναμική εξέλιξη που διαρκεί εκατομμύρια χρόνια και κατευθύνεται από τη συνεχή κίνηση των λιθοσφαιρικών πλακών. Αποτέλεσμα είναι η συνεχής μεταβολή της θέσης του νέου ορογενούς, μεταβολή που αναφέρεται με τον όρο μετανάστευση του ορογενούς. Στην συγκεκριμένη διαδικασία που περιγράφηκε παραπάνω και που έχουμε δημιουργία ορογενετικού τόξου παρατηρείται με την εξέλιξη του γεωλογικού χρόνου κάποια μετανάστευση του τόξου προς τα έξω λόγω του ότι συνεχώς νέες μάζες πετρωμάτων της βυθιζόμενης πλάκας προωθούνται προς το χώρο σύγκρουσης, πτυχώνονται, αναδύονται από τη θάλασσα και συγκολλώνται στον φλοιό της ηπειρωτικής πλάκας.
Το φαινόμενο της μετανάστευσης του ορογενούς, που θα μπορούσε να θεωρηθεί καλύτερα ως φαινόμενο επαύξησης του ηπειρωτικού φλοιού, υλοποιείται στο γεωλογικό χρόνο με συνεχείς εναλλασσόμενες περιόδους ιζηματογένεσης σε συνθήκες τεκτονικής ηρεμίας ή εφελκυστικών τάσεων και περιόδους ισχυρών συμπιεστικών διεργασιών που προκαλούν νέες ορογενέσεις. Σχηματίζονται έτσι αλλεπάλληλες, παράλληλες ορογενετικές λωρίδες που συνθέτουν την ηπειρωτική επαύξηση.

Δεν υπάρχουν σχόλια: